Παρασκευή 27 Απριλίου 2018

Παλαιά Διαθήκη: 9. Η Κιβωτός του Νώε


Ο Αδάμ και η Εύα εκτός από τον Κάιν και τον Άβελ απέκτησαν και πολλά άλλα παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Απ’ αυτά πάλι γεννήθηκαν άλλα κι έτσι έγιναν οι άνθρωποι πολλοί. Δεν έμειναν, όμως, όλοι πιστοί στον αληθινό Θεό. Οι περισσότεροι έπαψαν να ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και έγιναν πολύ κακοί και ασεβείς. Μόνο το κακό φώλιαζε μέσα στο νου και στην καρδιά τους.
Ο Θεός λυπόταν πολύ για το κατάντημα αυτό των ανθρώπων. Αυτοί όμως, δυστυχώς, πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Τότε ο Θεός, για να τους συνεφέρει από τον μεγάλο κατήφορο που πήραν στην αμαρτία, αποφάσισε να τους τιμωρήσει με ένα μεγάλο κατακλυσμό.

Ανάμεσα όμως σ’ αυτούς ξεχώριζε ένας ευσεβής και δίκαιος άνθρωπος, ο Νώε, που είχε τρία παντρεμένα παιδιά, τον Σημ, τον Χαμ και τον Ιάφεθ. Μόνο αυτόν και την οικογένεια του ήθελε ο Θεό να σώσει, για να μη χαθεί το γένος των ανθρώπων.
Την απόφαση Του αυτή, να καταστρέψει δηλαδή τον κόσμο με κατακλυσμό, την είπε ο Θεός στον ευσεβή Νώε. Ο Νώε, σαν τα άκουσε αυτά, λυπήθηκε πολύ. Ήξερε, όμως, ότι ο Θεός είχε δίκιο.
Ο Θεός κατόπιν τον πρόσταξε να φτιάξει μια Κιβωτό, δηλαδή ένα μεγάλο καράβι από ξύλο, και μέσα εκεί να μπει αυτός με όλη την οικογένεια του. Του είπε ακόμα να πάρει μαζί του απ’ όλα τα ζώα της γης ένα ζευγάρι, δηλαδή ένα αρσενικό και ένα θηλυκό. Επίσης, να πάρει μαζί του και αρκετά τρόφιμα για τον ίδιο και την οικογένεια του, καθώς και για όλα τα ζώα που θα είναι στην Κιβωτό.
Ο Νώε ένιωσε μεγάλη ευγνωμοσύνη στην αγάπη αυτή του Θεού και άρχισε με προθυμία και υπακοή να κατασκευάζει αμέσως μαζί με τα παιδιά του την Κιβωτό. Οι υπόλοιποι άνθρωποι που τον έβλεπαν, τον κορόιδευαν, γελούσαν μαζί του και συνέχιζαν να κάνουν κάθε μορφής κακία και αμαρτία.
Όταν τέλειωσε η Κιβωτός και μπήκε μέσα ο Νώε με την οικογένεια του και όλα τα ζώα ανά ζεύγη, άρχισε η βροχή να πέφτει. Έβρεχε συνέχεια, ασταμάτητα επί σαράντα μέρες και νύκτες. Και ενώ η Κιβωτός έπλεε ήρεμα, τα νερά είχαν καλύψει τα πάντα, ακόμα και τα πιο ψηλά βουνά. Από τον κατακλυσμό αυτό δεν σώθηκε κανείς, ούτε άνθρωπος, ούτε και ζώο. Σώθηκε μόνο ο καλός Νώε με την οικογένεια του και όσα ζώα ήταν μέσα στην Κιβωτό.
Τέλος, η βροχή σταμάτησε και ο ήλιος φάνηκε στον ουρανό. Τα νερά άρχισαν να υποχωρούν και η Κιβωτός προσάραξε στην κορυφή του όρους Αραράτ, στην Αρμενία.
Ο Νώε άρχισε να στέλνει έξω από την Κιβωτό πουλιά, για να δει αν μπορούν να βρουν κανένα μέρος να κουρνιάσουν. Μόνο τότε κατάλαβε ότι τα νερά υποχώρησαν αρκετά, όταν ένα περιστέρι, που άφησε από την Κιβωτό, γύρισε πίσω κρατώντας στο ράμφος του ένα κλαδί ελιάς.
Άνοιξε τότε ο Νώε την Κιβωτό για να βγουν έξω αυτός με την οικογένεια του και όλα τα ζώα που ήταν μέσα.
Γεμάτος ευγνωμοσύνη, έκανε αμέσως θυσία στο Θεό και Τον ευχαρίστησε για τη σωτηρία του.
Ο Θεός χάρηκε πολύ για την πράξη αυτή της ευγνωμοσύνης, και ευλόγησε τον Νώε και την οικογένεια του. Τους είπε να κάνουν πολλά παιδιά και να γεμίσουν πάλι τη γη με ανθρώπους.
Και ενώ στον ουρανό φάνηκε ένα μεγάλο πανέμορφο ουράνιο τόξο, τους έδωσε μια υπόσχεση:
«Ποτέ δε θα ξαναστείλω κατακλυσμό να τα καταστρέψω όλα. Θα βάλω σε κάθε σύννεφο που ρίχνει βροχή ένα ουράνιο τόξο, και όταν το βλέπετε, να θυμάστε την υπόσχεση μου, που θα ισχύει αιώνια»!