Παρασκευή 27 Απριλίου 2018

Παλαιά Διαθήκη: 6. Ο άνθρωπος στον Παράδεισο


Ο Θεός περισσότερο από όλα τα πλάσματα που δημιούργησε αγαπούσε τον Αδάμ και την Εύα. Ο άνθρωπος ήταν το αγαπημένο Του παιδί, γι’ αυτό και φρόντισε ξεχωριστά για την τροφή και την κατοικία του. Σαν στοργικός Πατέρας που είναι, έβαλε τους πρωτοπλάστους να κατοικήσουν στον Παράδεισο.
Ο παράδεισος ήταν ένας μεγάλος και πανέμορφος κήπος, ανάμεσα στα ποτάμια Τίγρη και Ευφράτη της Μεσοποταμίας. Στον απέραντο αυτό κήπο ζούσαν ήσυχα μικρά και μεγάλα ζώα. Πολύχρωμα πουλιά πετούσαν εδώ κι εκεί ολημερίς και σκόρπιζαν παντού γλυκές μελωδίες. Τα δέντρα ήταν φορτωμένα με άφθονους καρπούς. Πολύχρωμα φυτά και λουλούδια σκορπούσαν παντού την ευωδία τους. Πολλά μικρά ποταμάκια διέσχιζαν ήσυχα τον απέραντο αυτό κήπο του παραδείσου και τον πότιζαν με τα κρυστάλλινα νερά τους.

Ο Αδάμ και η Εύα ζούσαν ευτυχισμένοι μέσα στον θαυμάσιο αυτό κήπο. Τίποτα δεν τους έλειπε. Όλα ήταν στη διάθεση τους. Από τα δέντρα έπαιρναν τους όμορφους και θρεπτικούς καρπούς, και με τα ζώα έπαιζαν σαν φίλοι.
Ο άνθρωπος ήταν πραγματικά ο βασιλιάς του παραδείσου!
Ο Θεός χαιρόταν πολύ με τη χαρά των παιδιών Του και τους ευλογούσε όλο και πιο πολύ, για να περνούν ευτυχισμένα μέσα στον παράδεισο.
Τους είπε, πως γι’ αυτούς έκανε τον ωραίο αυτό κήπο και πως το θέλημα Του ήταν να τον φροντίζουν και να τον περιποιούνται.
Τους είπε, επίσης, πως, όσο εκείνοι θα αγαπούν τον Θεό Πατέρα τους και θα ακολουθούν με εμπιστοσύνη τις θεϊκές εντολές Του, θα είναι πάντα χαρούμενοι και ευτυχισμένοι. Όλη η δημιουργία θα τους αγαπούσε και θα τους προσέφερε ό,τι αυτοί θα ήθελαν και θα επιθυμούσαν.
Όταν ο Θεός έβαλε τους πρωτόπλαστους μέσα στον παράδεισο, τους έδωσε μια εντολή:
-Μπορείτε να τρώτε από όλους τους καρπούς όλων των δέντρων  του παραδείσου. Μόνο από τους καρπούς του δέντρου, που λέγεται «δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού», να μη φάτε ποτέ.
Ήθελε με αυτόν τον τρόπο να τους δοκιμάσει, να δει δηλαδή, πόσο πιστοί και υπάκουοι θα ήταν σ’ Αυτόν. Μέσα από την υπακοή στις θεϊκές εντολές Του θα φαινόταν πόσο Τον αγαπούσαν και Τον εμπιστευόντουσαν, αλλά και πόσο άξιοι ήταν της άπειρης θεϊκής Του αγάπης. Γι’ αυτό και τους προειδοποίησε:
-Αν δεν με ακούσετε και φάτε από τους καρπούς του απαγορευμένου δέντρου, θα σας βρει μεγάλη θλίψη και συμφορά. Θα φύγετε αμέσως από τον παράδεισο, θα χάσετε τη χαρά και την ευτυχία που έχετε τώρα εδώ και θα πεθάνετε.
Αφού, λοιπόν, έδωσε ο Θεός την εντολή αυτή στους πρωτόπλαστους, τους ευλόγησε και τους άφησε να ζήσουν ελεύθεροι μέσα στον παράδεισο.